ΠΑΡΑΛΛΗΛΗ ΣΤΗΡΙΞΗ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΠΟΙΗΣΗ ΣΤΟ ΚΗΦ
Κέντρο Ημερήσιας Φροντίδας
Δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις που τα παιδιά με αυτισμό καλούνται να υπερπηδήσουν πολλά εμπόδια προκειμένου να δημιουργήσουν και να διατηρήσουν κοινωνικές σχέσεις με τους συνομηλίκους τους. Η παραπάνω συνθήκη απορρέει από τις επικοινωνιακές δυσκολίες που συχνά εντοπίζονται στα άτομα με αυτισμό. Τα αίτια των επικοινωνιακών αυτών ελλειμμάτων είναι ποικίλα, εκκινούν από τη βρεφική ηλικία και σχετίζονται, κατά κύριο λόγο, με τη φύση της συγκεκριμένης αναπηρίας, οπότε δεν είναι ιδιαίτερα εύκολο να καμφθούν.
Τις τελευταίες δεκαετίες στην εκπαίδευση έχουν εδραιωθεί ενταξιακές εκπαιδευτικές πολιτικές, βάσει των οποίων οι μαθητές με αναπτυξιακές διαταραχές τοποθετούνται, σε μεγάλο ποσοστό, στις γενικές τάξεις των σχολείων της γειτονιάς τους. Η ταυτόχρονη τοποθέτηση εκπαιδευτικών παράλληλης στήριξης για τους παραπάνω μαθητές έχει ενισχύσει ιδιαιτέρως το ζήτημα της κοινωνικής τους ένταξης. Ο εκπαιδευτικός της παράλληλης στήριξης οφείλει να υιοθετεί τις κατάλληλες στρατηγικές, ώστε να μειώσει, όσο περισσότερο μπορεί, την περιθωριοποίηση του μαθητή, ενσωματώνοντάς τον στο κοινωνικό πλαίσιο της τάξης του.
Οι εκπαιδευτικοί της παράλληλης στήριξης χρειάζεται τόσο να εκπαιδεύσουν τον ίδιο τον μαθητή σε κοινωνικές δεξιότητες, όσο και να τροποποιήσουν το περιβάλλον του, δηλαδή το γενικό εκπαιδευτικό πλαίσιο (υπόλοιποι τυπικοί συμμαθητές, εκπαιδευτικοί της τάξης), ώστε να είναι πιο φιλόξενο για τον μαθητή με τις ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες.
Ειδικότερα, σε ό,τι αφορά την εκπαίδευση του ίδιου του παιδιού, ο εκπαιδευτικός της παράλληλης στήριξης δύναται να το εκπαιδεύσει μέσω της συστηματικής διδασκαλίας κατάλληλων για το σχολικό πλαίσιο συμπεριφορών, με την ταυτόχρονη μείωση των απρόσφορων, κοινωνικά μη αποδεκτών συμπεριφορών. Η εκπαίδευση μπορεί, αρχικά, να γίνει σε ατομικό επίπεδο με τη χρήση κοινωνικών ιστοριών, που παρέχουν στον μαθητή πλήρεις, αναλυτικές πληροφορίες για τις κοινωνικές περιστάσεις που ενδέχεται να τον αγχώνουν και να πυροδοτούν ανεπιθύμητες συμπεριφορές. Η επίσκεψη στο κυλικείο του σχολείου, επί παραδείγματι, μπορεί να αποτελεί στρεσογόνο κατάσταση για το παιδί την οποία να δυσκολεύεται να διαχειριστεί. Έτσι, μην μπορώντας να αντιδράσει καταλλήλως, πιθανώς να εκδηλώνει επιθετική συμπεριφορά. Σε αυτήν την περίπτωση ο εκπαιδευτικός, μέσω της κοινωνικής ιστορίας, επεξηγεί τους λόγους για τους οποίους το παιδί φέρεται διαφορετικά, απενοχοποιώντας το, και ύστερα διδάσκει λεπτομερώς τί πρέπει να κάνει το παιδί, μέσω μίας αλληλουχίας βημάτων. Εν συνεχεία, οι μαθημένες αντιδράσεις εφαρμόζονται στο πεδίο που δυσκολεύει το παιδί (πχ. στο κυλικείο), πρώτα με την πλήρη καθοδήγηση από τον εκπαιδευτικό και σταδιακά με απόσυρση της καθοδήγησης, έως ότου το παιδί να κατορθώσει να λειτουργεί αυτόνομα.
Παράλληλα, οι νέες λειτουργικές συμπεριφορές που διδάσκεται το παιδί θα γίνουν κατανοητές και θα εδραιωθούν πιο εύκολα και γρήγορα εάν και οι γύρω του, επίσης, λάβουν μία στοιχειώδη εκπαίδευση στην διαχείριση τους. Για παράδειγμα, ο εκπαιδευτικός της παράλληλης στήριξης μπορεί σε συνεργασία με τον σχολικό ψυχολόγο να εκπαιδεύσει τους συμμαθητές του παιδιού με αυτισμό σχετικά με την διαταραχή, ώστε να διορθώσουν τις λανθασμένες αντιλήψεις που πιθανώς να έχουν για τον συμμαθητή τους, να μειώσουν την περιθωριοποίησή του και να τον αντιμετωπίσουν τους πέρα από την ταμπέλα της διάγνωσής του. Διδάσκοντας στους ίδιους τους συμμαθητές στρατηγικές διαχείρισης των συμπεριφορών των παιδιών αυτών, ο δρόμος προς την ουσιαστική ένταξη και αποδοχή γίνεται πιο εύκολος, αφού μειώνεται το κοινωνικό στίγμα της διαταραχής.
Μία ακόμα στρατηγική που μπορεί να αξιοποιηθεί στο σχολικό πλαίσιο από τον εκπαιδευτικό της παράλληλης στήριξης με σκοπό την κοινωνική ένταξη του παιδιού, είναι η διδασκαλία μέσω διαμεσολάβησης των συμμαθητών του. Πιο συγκεκριμένα, μπορεί ο εκπαιδευτικός να ορίσει έναν ή περισσότερους συμμαθητές ως βοηθούς του παιδιού με αναπτυξιακή διαταραχή, οι οποίοι θα μπορούν να συντροφεύουν και να καθοδηγούν το παιδί σε κοινωνικές καταστάσεις που το δυσκολεύουν ή ακόμα και σε μαθήματα που το δυσκολεύουν. Για παράδειγμα, ένας μαθητής που δυσκολεύεται στην ορθογραφία μπορεί να λαμβάνει βοήθεια από έναν συμμαθητή του που έχει αναλάβει να τον βοηθάει αφού ολοκληρώνει τις δικές του εργασίες. Με αυτόν τον τρόπο, ο μαθητής θα εμπλακεί σε περισσότερες κοινωνικές καταστάσεις και θα έχει περισσότερες ευκαιρίες για αυθόρμητες συναναστροφές. Είναι σημαντικό, βεβαίως, να σημειωθεί πως οι συμμαθητές που είναι δυνατό να χρησιμοποιηθούν ως βοηθοί θα πρέπει να επιλέγονται όχι τυχαία, αλλά βάσει των χαρακτηριστικών της προσωπικότητάς τους, της κοινωνικότητάς τους και του γνωστικού τους επιπέδου.
Καθίσταται κατανοητό, λοιπόν, πως η κοινωνική ένταξη ενός μαθητή με αναπτυξιακή διαταραχή στο σχολείο είναι μία διαδικασία σύνθετη και πολύπλευρη, που προϋποθέτει αφοσίωση, οργάνωση και καλή συνεργασία εντός του σχολικού πλαισίου. Κρίνεται παρόλα αυτά, πάρα πολύ σπουδαία, αφού ωφελεί ιδιαίτερα την αυτοεκτίμησή του παιδιού, την ψυχική του ισορροπία και, κατ’ επέκταση, την ποιότητας της μετέπειτα ζωής του.